Τα Διόδια, αναφερόμενα παλαιότερα ως το Λόι, είναι οικισμός κοντά στον Αριστομένη, ο οποίος υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Μεσσήνης, του Νομού Μεσσηνίας.
Τα Διόδια βρίσκονται νοτιοανατολικά από τον Αριστομένη από τον οποίο απέχουν περίπου 3 χιλιόμετρα. Έχουν υψόμετρο 243 μέτρα και απέχουν από τις ακτές του Κόλπου της Μεσσηνίας περίπου 15 χιλιόμετρα. Κοντά στα Διόδια βρίσκονται, προς τα βόρειά των η Αετοφωλιά σε απόσταση 2 περίπου χιλιομέτρων, προς τα βορειοανατολικά των η Στέρνα και ο Μάνεσης σε απόσταση 1 και 4,5 περίπου χιλιομέτρων και προς τα νοτιοανατολικά των το Στρέφι σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων αντίστοιχα. Επίσης τα Διόδια βρίσκονται στα βορειοδυτικά από την έδρα του δήμου, την Μεσσήνη, από την οποία απέχουν 21 περίπου χιλιόμετρα.
Το χωριό, έχει μακρόχρονη ιστορία που ακολουθεί την ιστορία της Μεσσηνίας και της ευρύτερης περιοχής τόσο της Μεσσήνης στη σύγχρονη εποχή, όσο και της Κορώνης και της Ανδρούσας κατά την μεσαιωνική εποχή και της Πυλίας κατά την μυκηναϊκή εποχή. Η περιοχή του οικισμού, κατά την αρχαιότητα, ήταν τμήμα του βασιλείου του Νέστορα, της αρχαίας Πύλου. Ο οικισμός, υπήρχε τουλάχιστον από τα χρόνια της Ενετοκρατίας και η παλαιότερη ονομασία του ήταν Λόι.
Την εποχή της Β΄ Ενετοκρατίας ο οικισμός αναφερόταν, είτε ως το Λόι ή Λάϊ, είτε ως Απάνω Λόι και Κάτω Λόι (Apano Loi & Cato Loi ή Lay). Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Το χωριό, στα τέλη του 17ου αιώνα και τις αρχές του 18ου αιώνα, αναφέρεται σε διάφορες ενετικές πηγές-απογραφές, είτε, ως δυο ξεχωριστοί οικισμοί, Απάνω Λόι και Κάτω Λόι (Apano Loi & Cato Loi) , οι οποίοι ανήκαν στην επαρχία της Ανδρούσας (Territorio d'Androussa), είτε ως ενιαίος οικισμός, το Λάι, ο οποίος ανήκε στην επαρχία της Κορώνης (Territorio di Coron).
Τον 19ο αιώνα αναφερόταν ως Loϊ σύμφωνα με τον Pouqueville, το 1815, ο οποίος αναφέρει το χωριό στον κατάλογο με τα ονόματα των χωριών της Επαρχίας Ανδρούσας (γαλλικά: Éparchie d'Androusa), τα οποία ήταν εξαρτημένα στην επισκοπική έδρα που είχε ιδρυθεί στο Νησί (Nisi: η Μεσσήνη), ενώ η πρώτη επίσημη ονομασία του χωριού, μετά από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, ήταν με το όνομα το Λόι.
Το Λόι προσαρτήθηκε, το 1835, στον παλαιό Δήμο Αριστομένους, με έδρα το Μουσταφάπασα (σήμερα ο Αριστομένης), όπου και παρέμεινε ως και το 1912 που ο δήμος καταργήθηκε για πρώτη φορά. Τουλάχιστον από το 1844 ως το 1889 το χωριό αναφερόταν επίσημα ως το Λοΐ και από το 1889 ως το 1927 ως το Λόï, ενώ από το 1927 ως σήμερα το χωριό αναφέρεται ως τα Διόδια. Το χωριό αναφέρεται, το 1853, σαν Λόï στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή, ως χωριό του Δήμου Αριστομένους της Επαρχίας Μεσσήνης με πληθυσμό 93 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851. Στην ίδια πηγή αναφέρεται ως «πρώην έδρα» του Δήμου Αριστομένους η Πολαίνα και ως «νυν έδρα» (το 1853) το χωριό Κουτήφαρι (σήμερα ο Κουτίφαρης). Το 1912 το Λόï προσαρτάται ως έδρα στην Κοινότητα Λοΐου, στην οποία προσαρτήθηκαν επίσης οι οικισμοί Στέρνα (παρέμεινε ως το 1966), Κυνηγός (παρέμεινε ως το 1913) και Σαμπάκαλφα (σήμερα η Αετοφωλιά, παρέμεινε ως το 1985). Το 1927 τα χωριά Λόι και Σαμπάκαλφα μετονομάζονται σε Διόδια και Αετοφωλιά αντίστοιχα, ενώ η Κοινότητα Λοΐου μετονομάζεται σε Κοινότητα Διοδίων. Τα Διόδια παρέμειναν ως οικισμός της Κοινότητας Διοδίων, με τις αλλαγές των ονομασιών κοινότητας και οικισμών, από το 1912 ως το 1997, όταν τότε, στα πλαίσια των αλλαγών που επήλθαν στη τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω του σχεδίου «Καποδίστριας», τα Διόδια υπήχθησαν στον κατηργημένο Δήμο Αριστομένους, ως το 2010. Από το 2011, μετά τις νέες αλλαγές του σχεδίου «Καλλικράτης» τα Διόδια ανήκουν πλέον στον νέο Δήμο Μεσσήνης. Ο δήμος αυτός, συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης με τη συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αιπείας, Ανδρούσας, Αριστομένους, Βουφράδων, Ιθώμης, Μεσσήνης, Πεταλιδίου και της Κοινότητας Τρικόρφου. Τα Διόδια σήμερα είναι έδρα και ο μοναδικός οικισμός της Τοπικής Κοινότητας των Διοδίων του Δήμου Μεσσήνης.
Ο οικισμός, με βάση την απογραφή του 2011, έχει 311 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι απασχολούνται κυρίως σε διάφορες αγροτικές εργασίες.
Εκτός από τα παραδοσιακά σπίτια και το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου, υπάρχει η εκκλησία του χωριού, ο Ιερός Ναός του Αγίου Σπυρίδωνος, η οποία υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Μεσσηνίας,
Περίπου 1 χιλιόμετρο νοτιοδυτικά του χωριού, στην θέση Πουρνάρια ανασκάφηκε, το 1995, από την αρχαιολόγο Γεωργία Χατζή - Σπηλιοπούλου ηµιυπόγειος θολωτός μυκηναϊκός τάφος, ο οποίος έντοπίστηκε, το 1992, τυχαία από κάτοικο της περιοχής και ο οποίος καλυπτόταν από τύμβο στα ανώτερα σηµεία της θόλου του. Ο τάφος με διάµετρο 4,20 µέτρα και σωζόµενο ύψος 2,30 µέτρα χρησιμοποιήθηκε από την ΥΕΙ έως την ΥΕΙΙΙΒ περίοδο, και απέφερε σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, τόσο κτερισµατικά, όσο και οστεολογικά, καθώς περιείχε τουλάχιστον 15 ταφές. Οι νεκροί ήταν κτερισµένοι σε πήλινα αγγεία, ενώ αποκαλύφθηκαν επίσης χάλκινα αγγεία, περόνες, πήλινα σφονδύλια, αιχµές βελών κ.α. Η θεματολογία των σχηµάτων και η διακόσµηση των αγγείων έδωσε την εκτίμηση, ότι ο Θολωτός τάφος των Διοδίων, χρονολογείται περί την ΥΕ ΙΙΙ Α-Β περίοδο (1400-1150 ΠΚΕ), αλλά υπήρχουν και κτερίσµατα, τα οποία χρονολογούνται στην ΥΕ Ι/ΙΙ περίοδο (1700-1400 ΠΚΕ).
Κοντά στο χωριό, στη θέση Παλιόπυργος, στο κέντρο ενός ευρύτερου οχυρού συγκροτήματος, που βρίσκεται στην κορυφή χαμηλού λόφου, υπάρχουν τα κατάλοιπα ενός ορθογώνιου διώροφου πύργου. Περιμετρικά του πύργου, στη βάση του λόφου, σώζεται, σε ικανό μήκος και σε ύψος 2 περίπου μέτρων το τείχος του οχυρού. Το οχυρό αυτό συγκρότημα, με βάση τα κατασκευαστικά του στοιχεία, χρονολογείται στην υστεροβυζαντινή περίοδο. Κατά πάσα πιθανότητα το οχυρό – φρούριο αυτό συνδέεται με τα υπόλοιπα μεσαιωνικά κάστρα της περιοχής, όπως αυτά στα κοντινά χωριά Πελεκανάδας και Στρεφίου ως μιας συνεχούς αμυντικής γραμμής - συνοριακής αλυσίδας.
Αριστομένης Δήμος Μεσσήνης Διοικητική διαίρεση Περιφερειακής Ενότητας Μεσσηνίας Διοικητική διαίρεση νομού Μεσσηνίας πρώην Δήμος Αριστομένους
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700), Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985). Βασίλης Παναγιωτόπουλος, "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", Σειρά: Μελέτες Νεοελληνικής Ιστορίας, μετάφραση: Χριστίνα Αγριαντώνη, επιμέλεια: Αγγελική Κόκκου, έκδοση: Εμπορική Τράπεζα Ελλάδος - Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1985, 2η έκδοση: 1987. Κωνσταντίνος Ντόκος, "BREVE DESCRITTONE DEL REGNO DI MOREA. Αφηγηματική ιστορική πηγή ή επίσημο βενετικό έγγραφο της Β' Βενετοκρατίας στην Πελοπόννησο;", "ΕΩΑ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΑ", Vol 1, DOI: http://dx.doi.org/10.12681/eoaesperia.24 Αθήνα 1993. Σπυρίδων Λάμπρος, «Απογραφή Νομού Μεθώνης επί Βενετών», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τόμος 2ος, Εκ του Τυπογραφείου Αδελφών Περρή, Εν Αθήναις 1883, σελ. 686-710. Από την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Αναστάσιος Αθ. Παναγιωτόπουλος, «Μεσαιωνικής Μεσσηνίας ιστορικογεωγραφικά και Κοντοβουνίων οικιστικά», Αναστατικές Εκδόσεις Δ. Ν. Καραβία, Αθήνα 2007, ISBN 978-960-258-103-2. Γεωργία Χατζή - Σπηλιοπούλου, «Αρχαιολογικόν Δελτίον, Νο 47» (1992), "Χρονικά", σελ. 121, «Αρχαιολογικόν Δελτίον, Νο 50» (1995), "Χρονικά", σελ. 180-182.
Δήμος Μεσσήνης, από την ιστοσελίδα: www.messini.gr του Δήμου Μεσσήνης. Διόδια Μεσσηνίας, στο facebook. Περιοχή Διοδίων- Αριστομένη, Μεσσηνία: Προϊστορικοί τάφοι και οικισμός, 29/03/2014 και Διόδια Μεσσηνία: Θολωτός τάφος, 11/04/2016, από την ιστοσελίδα του τοπικού ΜΜΕ "Αριστομένης ο Μεσσήνιος".